27 Μαΐου 2011



 Αυτό το post βεβαίως δεν έχει να κάνει με το θέμα του blog, όμως πώς να κάνεις πόστ και να μιλάς για βόλτες στην πόλη όταν η πόλη είναι ανάστατη. Διαβάζοντας λοιπόν κι ακούγοντας τις ειδήσεις της μέρας, κάτι μ έσπρωξε στη βιβλιοθήκη να ψάξω ένα σπάνιο βιβλίο (πλέον, εκτός καταλόγου). Λοιπόν, νομίζω αυτά τα λόγια 22 χρόνια πριν, τα λένε όλα. Την Κυριακή 8 Ιανουαρίου 1989 ο Μάνος Χατζιδάκις έδωσε μια συνέντευξη σε ραδιοφωνικό σταθμό. Από το σπάνιο βιβλίο της Ορχήστρας των χρωμάτων "Μάνος Χατζιδάκις - ψηφίδες μνήμης" , αντιγράφω απόσπασμα επίκαιρο όσο ποτέ...

- Ζητούμε να μας πείτε πώς βλέπετε εσείς την κατάσταση της σημερινής κοινωνίας; Πολλοί φρονούν ότι περνά σοβαρή κρίση, ότι απειλείται με ηθική σήψη, ίσως με διάλυση, αφήνοντας μας έξω από τον εκσυγχρονισμό και την πρόοδο.Συμμερίζεστε  αυτή την άποψη;

Μ.Χ.: Εγώ δε θα το έλεγα τόσο τραγικά, ότι μας αφήνει απ' έξω. Είναι μια μοιραία κατάληξη ενός κόσμου, που προετοιμάστηκε για την εξαφάνιση του.Κι εκεί νομίζω ότι έχει μεγάλο μερίδιο όλος ο μεταπολεμικός κόσμος και ειδικά ο μεταπολεμικός πολιτικός κόσμος.Δεν προετοιμάστηκε το σπάνιο είδος και το πολύ ακριβό, του ελεύθερου πολίτη. Το είδος του ελεύθερου πολίτη δεν προετοιμάστηκε.
Γι αυτό έγινε και η δικτατορία.Γιατί πότε έγινε η δικτατορία; το 67.Λοιπόν φανταστείτε,  αν είχαμε αυτό το είδος του ελευθερου πολίτη, θα μπορούσε να σταθεί αυτή η κατηγορία ανθρώπων, τόσο ευτελής, έστω και δέκα μέρες μόνο; Δεν θα μπορούσαν να σταθούν ποτέ. Αλλά, βέβαια για σκεφτείτε ότι ο έλληνας πολίτης όχι μόνο της πόλης αλλα και της επαρχίας, του χωριού, τί είχε ν' αντιμετωπίσει όλα αυτά τα μεταπολέμικά χρόνια; Τον χωροφύλακα, τον εισαγγελέα, τον παπά. Αυτόν δεν τον αντιμετώπιζε και επί δικτατορίας; Ποιά ήταν η αλλαγή; Γιατί να ξεσηκωθεί;
-Σήμερα;
ΜΧ: Σήμερα είναι το αποτέλεσμα μιας τέτοιας θητείας.
- Δεν υπάρχουν ελεύθεροι πολίτες σήμερα κατά τη γνώμη σας;
ΜΧ: Ποιός τους προετοίμασε; Το σχολείο; Ξερουμε πολύ καλά τί προετοιμάζει το σχολείο. Ο στρατός; Ξέρουμε σε τί ανυποληψία ρίχνει τον νέο Έλληνα πολίτη ο στρατός για να του αφαιρέσει και το τελευταίο ίχνος αξιοπρέπειας από πάνω του. Πόσοι είναι εκείνοι που αντέχουν;οι 10; οι 20; Με τις σπουδές φεύγουν έξω και τελειώνει. Ποιοί μένουν εδώ;
- Έτσι όπως το λέτε είναι σαν να μην υπάρχει ελπίδα
ΜΧ: Εγώ δεν έχω καμμία ελπίδα, παρά αν γίνει κανένα θαύμα.Εγώ δεν πιστεύω ότι έχουμε σήμερα τη δύναμη να επιβιώσουμε.
-Σαν κρατος θεωρείτε ή σαν εθνική οντότης;
ΜΧ: Ως εθνική οντότης. Θα μείνουμε λιγάκι σαν νάνοι αλλοτινών καιρών. Και θα το δείτε όταν έρθει η πλήρης ένωση με την Ευρώπη, σε ποιά κατάσταση θα βρισκόμαστε. Ποιά είναι η υποδομή, για να υπάρξουν έστω ένα-δύο χαρακτηριστικά στοιχεία της εθνικότητας μας;
-Αναρρωτιέμαι αν αυτή η απογοήτευση- αν μπορώ να την χαρακτηρίσω έτσι- που έχετε για το μέλλον, συμβιβάζεται με την έντονη παρουσία σας στα πολιτικά πράγματα,όχι βέβαια άμεσα σαν πολιτικός αλλά με την κριτική σας;
ΜΧ: Είμαι υποχρεωμένος κι αισθάνομαι όσο είμαι ζωντανός, να υπάρχω. και να υπάρχω  με τις δυνάμεις μου, ασυμβίβαστες και με το μυαλό μου καθαρό. Όσο μπορεί να υπάρχει αυτό.
- "Τιμή εις εκείνους όπου εις την ζωήν των όρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες"
ΜΧ: Αλλιώς, αυτό δεν σημαίνει οτι έχω την αισιοδοξία ότι μπορεί ν' αλλάξει τίποτα, ιδιαίτερα στο άμεσο μέλλον. Και μην ξεχάμε, οτι σε τελευταία ανάλυση, οι μόνες στιγμές που σκεφθήκαμε σοβαρά ως έθνος , ήταν στις καταστροφές. Ας περάσουμε μια καταστροφή, μπας και σωθούμε σοβαρά.
- Δηλαδή εσείς δε φρονείτε ότι υπάρχει κάποια ελπίδα, κάποια διέξοδος; Τί θα μπορούσε να γίνει κατά τη γνώμη σας;
ΜΧ: Τίποτα. Η πλήρης εξαφάνιση μας. Και θα γίνει. Είμαι βέβαιος.

22 Μαΐου 2011

O Γιάννης Νένες για το "Flaneur" και των ήχο των cafes...

● ● ● Τα κέντρα των πόλεων, καταλαβαίνεις ότι ζούνε, από τον ήχο τους. Είναι ο ήχος των cafés, η ζεστή θολούρα του ηχητικού φόντου από ομιλίες και ελαφρά χάχανα, κουταλάκια του εσπρέσο που χτυπάνε ανακατεύοντας επάνω στην πορσελάνη, πνιχτά κινητά που βαράνε ρίνγκτόουνς «marimba», μία καρέκλα που τρίζει στα μωσαϊκά, αστεία, κουτσομπολιά και ερωτικά ψευδίσματα σαν θρύμματα μηλόπιτας στο πιατάκι της πόλης. Λίγο πιο κοντά στην ακοή σου, τρισδιάστατα, ήχοι από φύλλα εφημερίδας να τσαλακώνονται στο ξεφύλλισμά τους, η μυρωδιά του δικού σου καφέ και η παγωνιά της τζαμαρίας να σου δροσίζει τη μία πλευρά του προσώπου σου. Κάθεσαι στον πάγκο, κυλάει μπροστά σου το ποτάμι της πόλης με τους διαβάτες της και πίσω από την πλάτη σου θροΐζει ο ήχος των καφενείων, ο θόρυβος της μικρής κοινότητας που θέλει να ζήσει την ειρηνική της πλήξη με λεπτομέρειες καφεΐνης και υπερπληροφόρησης.
● ● ● Ο Γιώργης Χριστοδούλου έχει πιάσει ακριβώς αυτή τη θαλπωρή των cafés, τα λιμάνια της επιβίωσης στην πόλη, και κυριολεκτικά την ηχογράφησε, τη μιξάρισε με τον ήχο των τραγουδιών στο καινούργιο του άλμπουμ «flâneur*». Οι αδέσποτοι Eυρωπαίοι είναι άνθρωποι που ταξιδεύουν για τον έρωτα και την τέχνη. Είναι οι μπον βιβέρ της εποχής που ξεμπέρδεψε με τα θλιβερά διαδικαστικά (bookings, επαφές, internet) και τώρα περιδιαβαίνει τις μουσικές και τις λεωφόρους απολαμβάνοντας της κρυφή γοητεία του περιστασιακού. Ίσως ο Γιώργης να παραείναι καλός (στο καλλιτεχνικό του βιογραφικό) για να εμπνέει την ανάλαφρη κατάρα ενός «περιπλανώμενου flâneur». Το παιδικό του πρόσωπο και το κουταβίσιο βλέμμα του ίσως να μην υπονοούν τη μοναξιά ενός θαμώνα σε ένα μπαρ της Βαρκελώνης –όλοι στριμώχνονται ποιος θα τον περιθάλψει πρώτος, φαντάζομαι– όμως είναι ένας τέλειος αρτίστας, ώστε να μπορεί να το βιώσει, για να επιβιώσει.
● ● ● Σχεδόν απολαμβάνοντας τη «γλυκιά εκδίκηση» προς την μπουζουκοξεσκισμένη πατρίδα, περιορίζεται σε ένα «πράσινο μπαλκόνι – μάλλον όχι· μπουάτ καλύτερα, «κουτί τρυφερής ασφαλείας στην Πλάκα» από τη μια και στη Βαρκελώνη από την άλλη, που είναι η πόλη του πια. Ισπανόφωνα τραγούδια και ποιήματα, γαλλικά σανσόν με μία νοσταλγία δυσανάλογη της ηλικίας του – αλλά κατανοητή, λόγω της lounge, πολυτελούς φωνής, ήχοι από παιδικά παιχνίδια, ακορντεόν, μαζί του η Joanna Swan των πολυακουσμένων (και στα αθηναϊκά ραδιόφωνα) Illya, ένα πιάνο, παλιά βαλς, ισπανικές κιθάρες, ένα hammond, βήματα στην παλιά γειτονιά της Carrer Joaquin Costa της Barcelone και ήχοι της πόλης. Το ζαβαρακατρανέμια-πως-το-είπε-ο-Γανωτής της συγχυσμένης θολούρας ή, στην περίπτωση του Γιώργη, η χαοτική μικρο-επικοινωνία της μοναξιάς, η μυρωδιά του καφέ, η πίκρα ενός διπλού λικέρ σε ποτήρι ακουμπισμένο σε κρύο μάρμαρο και ζεστή καρδιά. 
● ● ● Η Αθήνα. Θα την αγαπήσουμε ξανά μόνο χάρη στα μπαλκόνια και στα cafés της.

Ολόκληρο το κείμενο στη στήλη της Athens Voice, Panikoval 500

15 Μαΐου 2011

Περιπλανηθείτε! είναι απελευθερωτικό...

Ο Γιώργος κακουλίδης δίνει έναν βιωματικό ορισμό της αλητείας, πολύ κοντά στην καταστασιακή περιπλάνηση (derive) και την ψυχο-γεωγραφία των πόλεων. Τα ονόματα των δρόμων και η αρίθμηση τους, που παραπέμπουν σε σημεία συνάντησης με άλλους συντρόφους στην αλητεία, οι συνοικίες, οι χρονολογίες, η διαρκής αναφορά ονομάτων, ποιητών, καλλιτεχνών, εκκεντρικών, συντελούν μια χειμαρρώδη αφήγηση, που από μόνη της είναι μια περιπλάνηση στο χω΄ρο και στο χρόνο της Αθήνας.

Η Καισαριανή, η Σκουφά, η Καλλιδρομίου, το Κουκάκι, η Κυψέλη μπλέκονται στο λόγο του συγγραφέα, μαζί με τα ονόματα των δασκάλων και φίλων του, των δικών του "νεκρών" που τον σημάδεψαν και τον σημαδεύουν ακόμα και τους κουβαλάει σα να μην έχουν φύγει ποτέ: ο "δάσκαλος" Νίκος Καρούζος, ο Μίλτος Σαχτούρης, ο Μιχάλης Κατσαρός, ο Κωστής Μοσκώφ, με εξέχουσα μορφή το φάσμα του πατέρα του, ζωγράφου Δημήτρη Κακουλίδη.

"Τους αλήτες καλλιτέχνες δεν τους ενδιαφέρει να βγάλουν χρήματα, ούτε να τύχουν ευρύτερης αναγνώρισης. Η έκφραση τους είναι μια κραυγή, παρά η συγκρότηση ενός χώρου επικοινωνίας με τους άλλους. Η ουσία της αλητείας είναι οτι η δράση μου δεν συνεπάγεται το να μείνω, να οργανώσω, να συνεχίσω" παρατηρεί ο καθηγητής Ν. Χρηστάκης

Ο Γ. Χριστοδούλου έιναι ένας τραγουδοποιός που εμπνέεται από τον flaneur, εκείνον που περιδιαβαίνει άσκοπα στους δρόμους των μεγαλουπόλεων. Στον τελευταίο του δίσκο με τίτλο "flaneur" τραγουδά στα ισπανικά και τα γαλλικά για την περιπλάνηση, εμπνευσμένος από τα ταξίδια του στην Ευρώπη. " Έχω εμπνευστεί από τον Μποντλέρ και τον Μπένγιαμιν" μου λέει. "Ζούσα για καιρό σ'έναν κακόφημο δρόμο της Βαρκελώνης όπου περιπλανήθηκαν ο Χέμινγουέι, ο Ζενέ.Στο δίσκο έχω βάλει ήχους από τους δρόμους και τα στενά της συνοικίας αυτής.

Η Αθήνα του μνημονίου προσφέρεται για εκλεπτυσμένους flaneurs; τον ρωτάω. " Είναι μια καλή ευκαιρία να κατακτήσει ο κόσμος τους δρόμους. Ανήκω σε μία γενιά όπου πρωτοξεπήδησαν τα mall. Μετά όμως πηγαίναμε και μια βόλτα στου Φιλοπάππου, στην Πλάκα. Τώρα τα μικρά παιδιά περνούν όλη την ημέρα στα mall. Εχεις παρατηρήσει ότι μέσα στα mall δεν υπάρχει ούτε ένα παγκάκι; Είναι μια καλή ευκαιρία να γίνει ακριβώς το αντίθετο.να βγαίνει ο κόσμος στους δρόμους, να αρχίσει να περπατάει και να κατακτάει την πόλη".

Αποσπάσματα  από το άρθρο "Περί αλητείας και άλλων δαιμονίων" (από τον αλήτη, στον hobo, στον flaneur) της Αφροδίτης Πολίτη. Έψιλον της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας.







9 Μαΐου 2011

Πρόσκληση σε ταξίδι...

Τα ηλιοβασιλέματα ντύνουν τους αγρούς,
τα κανάλια, ολόκληρη την πόλη,
με υάκινθο και χρυσό.
Ο κόσμος κοιμάται μέσα σ' ένα ζεστό φως.

Εκεί όλα είναι τάξη και ομορφιά,
πολυτέλεια, ηρεμία κι ηδονή.