*Flâneur= Personne qui flâne (Αυτός που περιδιαβαίνει)
*Flâner= Se promener sans hâte, au hasard, en s’abandonnant à l’impression et au spectacle du moment (Περπατάω χωρίς βιασύνη, τυχαία, αφημένος στην εντύπωση και το θέαμα της στιγμής)
13 Ιουνίου 2011
Ετοιμαζόμαστε σιγά - σιγά για τη συναυλία μας στο ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης ...